Dyrka på grekiska
Översättning: dyrka, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
λατρεύω, λατρεία, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, της λατρείας
Relaterade ord
Andra språk
Relaterade ord: dyrka
dyrka antonymer, dyrka assa lås, dyrka engelska, dyrka grammatik, dyrka hänglås, dyrka språkordbok grekiska, dyrka på grekiska
Översättningar
- dyr på grekiska - αγαπημένος, ακριβός, δαπανηρός, αγαπητός, ακριβό, ακριβά, δαπανηρή, ...
- dyrbar på grekiska - ακριβός, αγαπητός, δαπανηρός, πολύτιμος, ημιπολύτιμες, πολύτιμα, Πολύτιμοι, ...
- dyrkan på grekiska - λατρεύω, λατρεία, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, της λατρείας
- dyster på grekiska - σκοτεινός, περίλυπος, μελαχρινός, πένθιμος, σκούρος, ζοφερός, απαισιόδοξος, ...
Slumpa ord
Dyrka på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: λατρεύω, λατρεία, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, της λατρείας
Översättningar: λατρεύω, λατρεία, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, της λατρείας