Effektiv på grekiska
Översättning: effektiv, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
αποτελεσματικός, αποδοτικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
Relaterade ord
Andra språk
Relaterade ord: effektiv
effektiv antonymer, effektiv bemanning, effektiv bygg, effektiv diet, effektiv dos, effektiv språkordbok grekiska, effektiv på grekiska
Översättningar
- ed på grekiska - όρκος, ΕΔ, έκδοση, εκδ, επιμ
- effekt på grekiska - τεύχος, έκβαση, θέμα, αποτέλεσμα, συνέπεια, σημασία, επίπτωση, ...
- effektivitet på grekiska - αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα, απόδοσης, αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας
- efter på grekiska - μετά, έπειτα, με, από, κατά, από την, του
Slumpa ord
Effektiv på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: αποτελεσματικός, αποδοτικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
Översättningar: αποτελεσματικός, αποδοτικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές