Försvåra på grekiska
Översättning: försvåra, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
συνηγορώ, δικαιολογώ, υποστηρικτής, υπερασπίζω, αμύνομαι, προστατεύω, συνήγορος, υπερασπιστής, υπερασπίζομαι, δικαιώνω, υπερασπιστεί, υπερασπιστούν, υπερασπίσει, υπερασπιστούμε, την υπεράσπιση
Relaterade ord
Andra språk
Relaterade ord: försvåra
försvara antonymer, försvara avhandling, försvara dina nötter 2, försvara elefanterna, försvara gotland, försvåra språkordbok grekiska, försvåra på grekiska
Översättningar
- försvaga på grekiska - αποδυναμώνω, αποδυναμώνομαι, αραιώστε, αραίωση, αραιό, αραιά, αραιώνετε
- försvar på grekiska - κράτηση, κηδεμονία, συνηγορία, δικαιολογία, αιτιολογία, τεκμηρίωση, άμυνα, ...
- försvinna på grekiska - εξαφανίζομαι, εξαφανίζονται, εξαφανιστούν, εξαφανιστεί, εξαφανίζεται, να εξαφανιστούν
- försvåra på grekiska - επιδεινώνω, δύσκολος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες
Slumpa ord
Försvåra på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: συνηγορώ, δικαιολογώ, υποστηρικτής, υπερασπίζω, αμύνομαι, προστατεύω, συνήγορος, υπερασπιστής, υπερασπίζομαι, δικαιώνω, υπερασπιστεί, υπερασπιστούν, υπερασπίσει, υπερασπιστούμε, την υπεράσπιση
Översättningar: συνηγορώ, δικαιολογώ, υποστηρικτής, υπερασπίζω, αμύνομαι, προστατεύω, συνήγορος, υπερασπιστής, υπερασπίζομαι, δικαιώνω, υπερασπιστεί, υπερασπιστούν, υπερασπίσει, υπερασπιστούμε, την υπεράσπιση