Grupp på grekiska
Översättning: grupp, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
ομάδα, όμιλος, τοποθετώ, καθορισμένος, σύμπλεγμα, συγκρότημα, ομάδας, ομίλου, ομάδα που, της ομάδας
Relaterade ord
Andra språk
Relaterade ord: grupp
em grupp, facebook grupp, grupp 8, grupp a, grupp a streptokocker, grupp språkordbok grekiska, grupp på grekiska
Översättningar
- grundläggande på grekiska - θεμελιώδης, ουσιώδης, βασικός, βασικού, βασικές, βασική, βασικών
- grundämne på grekiska - στοιχείο, στοιχειώδης, στοιχειακή, στοιχειακό, στοιχειακού, στοιχειώδη
- grus på grekiska - αμμόλιθος, άμμος, χαλίκι, χαλίκια, αμμοχάλικο, αμμοχάλικου, χώμα
- gruva på grekiska - νάρκη, μεταλλείο, ορυχείο, ορυχείου, των ναρκών, η δική μου
Slumpa ord
Grupp på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: ομάδα, όμιλος, τοποθετώ, καθορισμένος, σύμπλεγμα, συγκρότημα, ομάδας, ομίλου, ομάδα που, της ομάδας
Översättningar: ομάδα, όμιλος, τοποθετώ, καθορισμένος, σύμπλεγμα, συγκρότημα, ομάδας, ομίλου, ομάδα που, της ομάδας