Kurera på grekiska
Översättning: kurera, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
θεραπεύω, καπνίζω, παστώνω, αλατίζω, θεραπεία, Cure, Βουλκανισμός, τη θεραπεία, σκλήρυνσης
Andra språk
Relaterade ord: kurera
kurera antonymer, kurera bakfylla, kurera blogg, kurera cannabis, kurera engelska, kurera språkordbok grekiska, kurera på grekiska
Översättningar
- kupong på grekiska - κουπόνι, τοκομερίδιο, κουπονιού, τοκομεριδίου, τοκομεριδίων
- kupé på grekiska - μέρος, διαμέρισμα, διαμερίσματος, θαλάμου, θάλαμο, θήκη
- kurs på grekiska - πιάτο, πλεύση, πορεία, φυσικά, βέβαια, βεβαίως, μάθημα
- kurva på grekiska - γέρνω, ζάρωμα, κακοποιός, κυρτώνω, καμπυλώνεται, καμπυλώνω, στροφή, ...
Slumpa ord
Kurera på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: θεραπεύω, καπνίζω, παστώνω, αλατίζω, θεραπεία, Cure, Βουλκανισμός, τη θεραπεία, σκλήρυνσης
Översättningar: θεραπεύω, καπνίζω, παστώνω, αλατίζω, θεραπεία, Cure, Βουλκανισμός, τη θεραπεία, σκλήρυνσης