Lat på grekiska
Översättning: lat, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
νωχελής, μαλθακός, αργόσχολος, τεμπέλης, αδρανής, νωθρός, άνεργος, ράθυμος, τεμπέληδες, τεμπέλης για, τεμπέλικο, lazy
Relaterade ord
Andra språk
Relaterade ord: lat
lat 42, lat antonymer, lat exercises, lat grammatik, lat hundras, lat språkordbok grekiska, lat på grekiska
Översättningar
- lasta på grekiska - φορτίζω, γεμίζω, ζαλίκι, κατηγορία, φροντίδα, φορτίο, φορτίου, ...
- lastbil på grekiska - φορτηγό, φορτηγών, όχημα, οχήματος, φορτηγού
- lavendel på grekiska - λεβάντα, λεβάντας, lavender, η λεβάντα
- lavin på grekiska - πλημμύρα, χιονοστιβάδα, χιονοστιβάδας, χιονοστιβάδων, χιονοστιβάδες, καταιγισμό
Slumpa ord
Lat på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: νωχελής, μαλθακός, αργόσχολος, τεμπέλης, αδρανής, νωθρός, άνεργος, ράθυμος, τεμπέληδες, τεμπέλης για, τεμπέλικο, lazy
Översättningar: νωχελής, μαλθακός, αργόσχολος, τεμπέλης, αδρανής, νωθρός, άνεργος, ράθυμος, τεμπέληδες, τεμπέλης για, τεμπέλικο, lazy