Påtaglig på grekiska
Översättning: påtaglig, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
σκέτο, πεδιάδα, κάμπος, σκέτος, χειροπιαστός, ψηλαφητός, ψηλαφητή, χειροπιαστή, ψηλαφητό
Andra språk
Relaterade ord: påtaglig
påtaglig antonymer, påtaglig definition, påtaglig engelska, påtaglig fara, påtaglig fara imdb, påtaglig språkordbok grekiska, påtaglig på grekiska
Översättningar
- påstå på grekiska - υποστηρίζω, διεκδικώ, κατάσταση, κράτος, πολιτεία, κρατικών, κρατικές
- påstående på grekiska - ισχυρισμός, ισχυρισμό, τον ισχυρισμό, ισχυρισμού, ο ισχυρισμός
- påve på grekiska - πάπισσα, πάπας, Πάπα, ο Πάπας, τον Πάπα, του Πάπα
- påverka på grekiska - επενέργεια, παριστάνω, επιρροή, επενεργώ, επηρεάζω, επίδραση, επιρροής, ...
Slumpa ord
Påtaglig på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: σκέτο, πεδιάδα, κάμπος, σκέτος, χειροπιαστός, ψηλαφητός, ψηλαφητή, χειροπιαστή, ψηλαφητό
Översättningar: σκέτο, πεδιάδα, κάμπος, σκέτος, χειροπιαστός, ψηλαφητός, ψηλαφητή, χειροπιαστή, ψηλαφητό