Saklig på grekiska
Översättning: saklig, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
αντικειμενικός, πραγματικών, πραγματικές, πραγματικά, πραγματική, πραγματικό
Relaterade ord
Andra språk
Relaterade ord: saklig
saklig antonymer, saklig engelska, saklig grammatik, saklig grund, saklig grund engelska, saklig språkordbok grekiska, saklig på grekiska
Översättningar
- sagolik på grekiska - υπέροχος, απίθανος, Θαυμάσιο, Fabulous, καταπληκτικά, Υπέροχη, μυθικό
- sak på grekiska - ύλη, πράγμα, κομμάτι, υπόθεση, θέμα, νοιάζομαι, πράγμα που, ...
- sakna på grekiska - δεσποινίς, αστοχώ, έλλειψη, υστέρημα, χάνω, δεσποινίδα, Μεγάλη χαμένη ευκαιρία, ...
- saknad på grekiska - θέλω, έλλειψη, ανάγκη, λείπει, λείπουν, που λείπουν, που λείπει, ...
Slumpa ord
Saklig på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: αντικειμενικός, πραγματικών, πραγματικές, πραγματικά, πραγματική, πραγματικό
Översättningar: αντικειμενικός, πραγματικών, πραγματικές, πραγματικά, πραγματική, πραγματικό