Sken på grekiska
Översättning: sken, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
φλόγες, λάμψη, φωτίζω, ξανθός, ανάβω, φωτερός, αγριοκοιτάζω, γυαλάδα, λάμπω, σιδηροδρομικές, σιδηροδρομικών, σιδηροδρομικού, σιδηροδρομικής, των σιδηροδρομικών
Relaterade ord
Andra språk
Relaterade ord: sken
majsolens sken, sken antonymer, sken engelska, sken förled, sken grammatik, sken språkordbok grekiska, sken på grekiska
Översättningar
- skede på grekiska - περίοδος, εποχή, σκηνοθετώ, σκηνή, διάστημα, φάση, στάδιο, ...
- skelett på grekiska - σώμα, πλαισιώνω, σκελετός, πλαίσιο, σκελετό, σκελετού, του σκελετού
- skena på grekiska - αφηνιάζω, σιδηροδρομικές, σιδηροδρομικών, σιδηροδρομικού, σιδηροδρομικής, των σιδηροδρομικών
- skenhelig på grekiska - υποκριτικός, υποκριτική, υποκριτικό, υποκριτικές, υποκρισία
Slumpa ord
Sken på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: φλόγες, λάμψη, φωτίζω, ξανθός, ανάβω, φωτερός, αγριοκοιτάζω, γυαλάδα, λάμπω, σιδηροδρομικές, σιδηροδρομικών, σιδηροδρομικού, σιδηροδρομικής, των σιδηροδρομικών
Översättningar: φλόγες, λάμψη, φωτίζω, ξανθός, ανάβω, φωτερός, αγριοκοιτάζω, γυαλάδα, λάμπω, σιδηροδρομικές, σιδηροδρομικών, σιδηροδρομικού, σιδηροδρομικής, των σιδηροδρομικών