Slåss på grekiska

Översättning: slåss, Ordbok: svenska » grekiska

Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
μάχη, καταπολεμώ, αγωνίζομαι, μάχομαι, αγώνας, καταπολέμηση, καταπολέμηση της, Η καταπολέμηση, πάλης, Η καταπολέμηση της
Slåss på grekiska
Relaterade ord
Andra språk

Relaterade ord: slåss

att slåss, barn slåss, barn som slåss, hur slåss man, slåss antonymer, slåss språkordbok grekiska, slåss på grekiska

Översättningar

  • slätt på grekiska - σκέτο, πεδιάδα, κάμπος, σκέτος, απλό, απλού, κάμπο, ...
  • slå på grekiska - χτυπώ, θερίζω, απεργία, σουξέ, βαρώ, νικήσει, κτύπησε, ...
  • slö på grekiska - αμβλύς, μονοκόμματος, απότομος, Lounging, χαλαρώνετε, σας ξεκούραση
  • slöja på grekiska - πέπλο, πέπλου, το πέπλο, καταπέτασμα, βέλο
Slumpa ord
Slåss på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: μάχη, καταπολεμώ, αγωνίζομαι, μάχομαι, αγώνας, καταπολέμηση, καταπολέμηση της, Η καταπολέμηση, πάλης, Η καταπολέμηση της