Stöna på grekiska
Översättning: stöna, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
μουγκρίζω, τρίξιμο, στενάζω, μουγκρητό, βογγητό, βογκητό, Στέναζε, στεναγμό, αγωνιώδες βογγητό
Andra språk
Relaterade ord: stöna
stöna antonymer, stöna engelska, stöna english, stöna grammatik, stöna i sömnen, stöna språkordbok grekiska, stöna på grekiska
Översättningar
- stödja på grekiska - στυλοβάτης, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
- stöld på grekiska - κλοπή, κλοπής, την κλοπή, της κλοπής, κλοπές
- stör på grekiska - παρεμβαίνει, παρεμβάλλεται, αυτού προκαλεί
- störa på grekiska - διάλλειμα, σπάζω, ενοχλώ, αντεπίθεση, κόπος, ενοχλούμαι, διακόπτω, ...
Slumpa ord
Stöna på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: μουγκρίζω, τρίξιμο, στενάζω, μουγκρητό, βογγητό, βογκητό, Στέναζε, στεναγμό, αγωνιώδες βογγητό
Översättningar: μουγκρίζω, τρίξιμο, στενάζω, μουγκρητό, βογγητό, βογκητό, Στέναζε, στεναγμό, αγωνιώδες βογγητό