Uppföra på grekiska

Översättning: uppföra, Ordbok: svenska » grekiska

Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
ανεγείρω, σηκώνω, μπόι, ανάστημα, ορθώνω, ανατρέφω, αναστηλώνω, κορμοστασιά, υψώνω, οικοδομώ, κατασκευάζω, χτίζω, κατασκευή, κατασκευάσουν, κατασκευάσει, την κατασκευή, κατασκευαστεί
Uppföra på grekiska
Relaterade ord
Andra språk

Relaterade ord: uppföra

uppföra antonymer, uppföra byggnad på ofri grund, uppföra ekonomibyggnad, uppföra engelska, uppföra grammatik, uppföra språkordbok grekiska, uppföra på grekiska

Översättningar

  • uppfostran på grekiska - τρέφω, αναπαραγωγή, μόρφωση, ανατροφή, την ανατροφή, ανατροφής, η ανατροφή, ...
  • uppfylla på grekiska - πραγματοποιώ, εκπληρώνω, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, συναντήστε, συναντώνται
  • uppförande på grekiska - φέρσιμο, συμπεριφορά, διαγωγή, διεξάγω, συμπεριφοράς, δεοντολογίας, διεξαγωγή, ...
  • uppgift på grekiska - αποστολή, εργασία, ανάθεση, λειτουργώ, λειτουργία, δεξίωση, δουλεύω, ...
Slumpa ord
Uppföra på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: ανεγείρω, σηκώνω, μπόι, ανάστημα, ορθώνω, ανατρέφω, αναστηλώνω, κορμοστασιά, υψώνω, οικοδομώ, κατασκευάζω, χτίζω, κατασκευή, κατασκευάσουν, κατασκευάσει, την κατασκευή, κατασκευαστεί