Varsko på grekiska
Översättning: varsko, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
προειδοποιώ, νουθετώ, παραινώ, προειδοπειώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιήσουν
Andra språk
Relaterade ord: varsko
varsko antonymer, varsko betydning, varsko engelska, varsko etymologi, varsko grammatik, varsko språkordbok grekiska, varsko på grekiska
Översättningar
- varsam på grekiska - προσεχτικός, προσεκτικός, εφεκτικός, επιφυλακτικός, ευγενής, ήπια, απαλή, ...
- varsamhet på grekiska - επιφύλαξη, προειδοποιώ, περίσκεψη, προειδοποίηση, προσοχή, σύνεση, προσοχής, ...
- varv på grekiska - στρώμα, rev, αναθ, στροφών, στροφές
- vas på grekiska - βαζάκι, βάζο, αγγείο, Αγγεία, Vase, Αγγείων
Slumpa ord
Varsko på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: προειδοποιώ, νουθετώ, παραινώ, προειδοπειώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιήσουν
Översättningar: προειδοποιώ, νουθετώ, παραινώ, προειδοπειώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιήσουν