Líčit v grščini
Prevod: líčit, Slovar: slovenščina » grščina
Izvirni jezik:
slovenščina
Ciljni jezik:
grščina
Prevodi:
βάφω, διαφορετικός, Διαφορετικές, Διαφορετικά, Διαφορετικοί, Οι διαφορετικές
Povezane besede
Drugi jeziki
Povezane besede: líčit
líčit synonymum, líčit spodní řasy, jak líčit, líčit jezikovni slovar grščina, líčit v grščini
Prevodi
- lít v grščini - χιμώ, βάζω, ρίχνω, Lit, ιταλικών λιρών, ιταλικές λίρες, λίρες Ιταλίας, ...
- lízat v grščini - γλείφω, συντρίβω, νικώ, να γλείφω, να γλείφουν, να γλύψει, να λείξει, ...
- lóže v grščini - καταλύω, σφηνώνω, Στοές, Lodges, ξενώνες, οικήματα, Στοών
- magistrát v grščini - δικαστής, Δικαστή, Μαγίστρου, ειρηνοδίκη, Μάγιστρου
Naključne besede
Líčit v grščini - Slovar: slovenščina » grščina
Prevodi: βάφω, διαφορετικός, Διαφορετικές, Διαφορετικά, Διαφορετικοί, Οι διαφορετικές
Prevodi: βάφω, διαφορετικός, Διαφορετικές, Διαφορετικά, Διαφορετικοί, Οι διαφορετικές