Odložení v grščini
Prevod: odložení, Slovar: slovenščina » grščina
Izvirni jezik:
slovenščina
Ciljni jezik:
grščina
Prevodi:
Αναβαλλόμενη, Αναβαλλόμενες, Ο αναβαλλόμενος, αναβαλλόμενος, Οι αναβαλλόμενες
Drugi jeziki
Povezane besede: odložení
odložení očkování, odložení výkonu rozhodnutí, odložení věci v přestupkovém řízení, odložení věci, odložení splátek česká spořitelna, odložení jezikovni slovar grščina, odložení v grščini
Prevodi
- odličen v grščini - τελειοποιώ, τέλειος, άριστος, εξαίσιος, μεγάλος, μεγάλη, μεγάλο, ...
- odločit v grščini - Αποφασίστε, αποφασίσει, να αποφασίσει, αποφασίσουν, αποφασίσετε
- odložit v grščini - απορρίπτω, αναβάλλω, αναστολή, λοξοδρομώ, κλείνω το τηλέφωνο, κρεμάστε, Επικολλήστε τις, ...
- odlít v grščini - ρίχνει, χυτό, ρίξει, χυτεύεται, ψήφων
Naključne besede
Odložení v grščini - Slovar: slovenščina » grščina
Prevodi: Αναβαλλόμενη, Αναβαλλόμενες, Ο αναβαλλόμενος, αναβαλλόμενος, Οι αναβαλλόμενες
Prevodi: Αναβαλλόμενη, Αναβαλλόμενες, Ο αναβαλλόμενος, αναβαλλόμενος, Οι αναβαλλόμενες