Dospelý po grécky
Preklad: dospelý, Slovník: slovenčina » gréčtina
Zdrojový jazyk:
slovenčina
Cieľový jazyk:
gréčtina
Preklady:
ενήλικος, ωριμάζω, ενήλικας, ώριμος, μεστός, μεστώνω, ώριμη, ώριμο, ώριμης, ώριμου
Súvisiace pojmy
Ostatné jazyky
Súvisiace pojmy: dospelý
dospelý antonymá, dospelý autista, dospelý chrup, dospelý gramatika, dospelý jedinec, dospelý jazykový slovník gréčtina, dospelý po grécky
Preklady
- doslova po grécky - σχεδόν, ουσιαστικά, κυριολεκτικά, κυριολεξία, στην κυριολεξία, γράμμα, κατά γράμμα
- doslovný po grécky - φραστικός, κυριολεκτικός, κατά γράμμα, γραμματική, κυριολεκτική, literal
- dostatok po grécky - νισάφι, επαρκής, επαρκή, επαρκείς, αρκεί, επαρκές
- dostavník po grécky - άμαξα, ταχυδρομική άμαξα, ταχυδρομικών αμαξών, ταχυδρομική άμαξα της, άμαξα που εκτελούσε
Náhodné slová
Dospelý po grécky - Slovník: slovenčina » gréčtina
Preklady: ενήλικος, ωριμάζω, ενήλικας, ώριμος, μεστός, μεστώνω, ώριμη, ώριμο, ώριμης, ώριμου
Preklady: ενήλικος, ωριμάζω, ενήλικας, ώριμος, μεστός, μεστώνω, ώριμη, ώριμο, ώριμης, ώριμου