Odpojení po grécky
Preklad: odpojení, Slovník: slovenčina » gréčtina
Zdrojový jazyk:
slovenčina
Cieľový jazyk:
gréčtina
Preklady:
αποσύνδεση, αποσύνδεσης, την αποσύνδεση, απενεργοποίηση, διακοπής
Ostatné jazyky
Súvisiace pojmy: odpojení
odpojení antonymá, odpojení autobaterie při nabíjení, odpojení baterie při poklesu napětí, odpojení elektřiny, odpojení filtru pevných částic, odpojení jazykový slovník gréčtina, odpojení po grécky
Preklady
- odparovači po grécky - εξατμιστή, εξατμιστήρα, εξάτμισης, εξατμιστής, εξατμιστήρας
- odplata po grécky - αντεκδίκηση, αντίποινα, ανταπόδοση, εκδίκηση, τιμωρία, τιμωρίας, ανταπόδοσης
- odpojený po grécky - αποσυνδεθεί, αποσυνδέεται, αποσυνδέθηκε, αποσυνδέονται, αποσυνδεδεμένη
- odpojiť po grécky - αποσύνδεση, αποσύνδεσης, αποσυνδέστε, αποσυνδεθείτε, να αποσυνδεθείτε
Náhodné slová
Odpojení po grécky - Slovník: slovenčina » gréčtina
Preklady: αποσύνδεση, αποσύνδεσης, την αποσύνδεση, απενεργοποίηση, διακοπής
Preklady: αποσύνδεση, αποσύνδεσης, την αποσύνδεση, απενεργοποίηση, διακοπής