Prepracovaný po grécky
Preklad: prepracovaný, Slovník: slovenčina » gréčtina
Zdrojový jazyk:
slovenčina
Cieľový jazyk:
gréčtina
Preklady:
εξευγενισμένα, εκλεπτυσμένη, εκλεπτυσμένο, εξευγενισμένο, εξευγενισμένου
Ostatné jazyky
Súvisiace pojmy: prepracovaný
prepracovaný antonymá, prepracovaný gramatika, prepracovaný křížovka, prepracovaný synonymum, prepracovaný význam, prepracovaný jazykový slovník gréčtina, prepracovaný po grécky
Preklady
- prepis po grécky - μεταγραφή, μεταγραφής, της μεταγραφής, μετεγγραφής, τη μεταγραφή
- prepojení po grécky - διασύνδεσης, διασύνδεση, τη διασύνδεση, διασύνδεσή, της διασύνδεσης
- prepracovať po grécky - αναδιατύπωση, αναδιατυπωθεί, αναδιατύπωσης, αναδιατυπωθούν, αναδιατύπωση της
- prerušiť po grécky - διάλειμμα, σπάζω, διακόπτω, διάλλειμα, αντεπίθεση, διαμονή, παραμονή, ...
Náhodné slová
Prepracovaný po grécky - Slovník: slovenčina » gréčtina
Preklady: εξευγενισμένα, εκλεπτυσμένη, εκλεπτυσμένο, εξευγενισμένο, εξευγενισμένου
Preklady: εξευγενισμένα, εκλεπτυσμένη, εκλεπτυσμένο, εξευγενισμένο, εξευγενισμένου