Vyčerpaný po grécky
Preklad: vyčerpaný, Slovník: slovenčina » gréčtina
Zdrojový jazyk:
slovenčina
Cieľový jazyk:
gréčtina
Preklady:
καταβεβλημένος, εξαντλημένος, κουρασμένος, εξαντληθεί, εξαντλήσει, εξαντληθούν, εξάντληση
Ostatné jazyky
Súvisiace pojmy: vyčerpaný
psychicky vyčerpaný, vyčerpaný anglicky, vyčerpaný antonymá, vyčerpaný gramatika, vyčerpaný křížovka, vyčerpaný jazykový slovník gréčtina, vyčerpaný po grécky
Preklady
- vyzbrojení po grécky - εξοπλισμός, εξοπλισμών, οπλισμός, οπλισμού, οπλισμό
- vyzývavý po grécky - σαγηνευτικός, αυθάδης, saucy, αυθάδες, το saucy, πικάντικη
- vyčistiť po grécky - σαφής, σαφές, σαφή, σαφείς, διαυγές
- vyčíslení po grécky - απαρίθμηση, καταμέτρηση, απαρίθμησης, την απαρίθμηση, αρίθμηση
Náhodné slová
Vyčerpaný po grécky - Slovník: slovenčina » gréčtina
Preklady: καταβεβλημένος, εξαντλημένος, κουρασμένος, εξαντληθεί, εξαντλήσει, εξαντληθούν, εξάντληση
Preklady: καταβεβλημένος, εξαντλημένος, κουρασμένος, εξαντληθεί, εξαντλήσει, εξαντληθούν, εξάντληση