Zelektrizovať po grécky
Preklad: zelektrizovať, Slovník: slovenčina » gréčtina
Zdrojový jazyk:
slovenčina
Cieľový jazyk:
gréčtina
Preklady:
ηλεκτροδοτώ, ηλεκτρίζω, ηλεκτροφόρα, ηλεκτρισμένη, ηλεκτροφόρα για, ηλεκτρισμένο, ηλεκτροδοτούμενες
Súvisiace pojmy
Ostatné jazyky
Súvisiace pojmy: zelektrizovať
zelektrizovať antonymá, zelektrizovať gramatika, zelektrizovať křížovka, zelektrizovať synonymum, zelektrizovať význam, zelektrizovať jazykový slovník gréčtina, zelektrizovať po grécky
Preklady
- zdvojený po grécky - διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, διπλού
- zdvojnásobení po grécky - διπλασιάζοντας, διπλασιασμό, διπλασιασμού, διπλασιασμός, ο διπλασιασμός
- zelenavý po grécky - πρασινωπός, πρασινωπό, πρασινωπή, πρασινωπές, πρασινωπού
- zelenina po grécky - λαχανικά, λαχανικών, τα λαχανικά, οπωροκηπευτικών
Náhodné slová
Zelektrizovať po grécky - Slovník: slovenčina » gréčtina
Preklady: ηλεκτροδοτώ, ηλεκτρίζω, ηλεκτροφόρα, ηλεκτρισμένη, ηλεκτροφόρα για, ηλεκτρισμένο, ηλεκτροδοτούμενες
Preklady: ηλεκτροδοτώ, ηλεκτρίζω, ηλεκτροφόρα, ηλεκτρισμένη, ηλεκτροφόρα για, ηλεκτρισμένο, ηλεκτροδοτούμενες