Zvýšení po grécky
Preklad: zvýšení, Slovník: slovenčina » gréčtina
Zdrojový jazyk:
slovenčina
Cieľový jazyk:
gréčtina
Preklady:
αύξηση, ανύψωση, ανάδειξη, ανατέλλω, ορθώνομαι, αυξάνομαι, ύψωση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Súvisiace pojmy
Ostatné jazyky
Súvisiace pojmy: zvýšení
zvýšení antonymá, zvýšení cholesterol, zvýšení daně podle § 11a zákona, zvýšení gramatika, zvýšení kvalifikace, zvýšení jazykový slovník gréčtina, zvýšení po grécky
Preklady
- zvyk po grécky - συνήθεια, έξη, έθιμο, προσαρμοσμένη, προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένες, προσαρμοσμένα
- zvyčajný po grécky - συνηθισμένος, συνήθης, συνήθη, συνήθεις, συνηθισμένο, συνηθισμένη
- zvýšený po grécky - προχωρημένος, αυξημένη, αυξημένο, αυξήθηκε, αυξήθηκαν, αυξημένες
- zvýšiť po grécky - παραμένω, αύξηση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Náhodné slová
Zvýšení po grécky - Slovník: slovenčina » gréčtina
Preklady: αύξηση, ανύψωση, ανάδειξη, ανατέλλω, ορθώνομαι, αυξάνομαι, ύψωση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Preklady: αύξηση, ανύψωση, ανάδειξη, ανατέλλω, ορθώνομαι, αυξάνομαι, ύψωση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει