yunanca Çalışkan
Çeviri: çalışkan, Sözlük: türkçe » yunanca
Kaynak dil:
türkçe
Hedef dil:
yunanca
Çeviriler:
εργατικός, σκληρή εργασία, σκληρής εργασίας, εργάζονται σκληρά, από σκληρή εργασία
Diğer Diller
Benzer kelimeler: çalışkan
çalışkan galeri, çalışkan otomotiv, çalışkan oto, çalışkan cam, çalışkan yayınları, çalışkan dil sözlüğü yunanca, yunanca çalışkan
Çeviriler
- yunanca çalı - χαμόδεντρα, τρίβω, θάμνοι, θάμνος, ρουμάνι, Μπους, θάμνο, ...
- yunanca çalılık - τρίβω, θάμνος, θάμνοι, χαμόδεντρα, ρουμάνι, λόχμη, άλσος, ...
- yunanca çalışkanlık - επιμέλεια, φιλοτεχνία, επιμέλειας, επιμέλειας ως, υποχρέωσης επιμέλειας, επιμελείας
- yunanca çalışma - δουλειά, εργασία, εργάζομαι, δουλεύω, η μελέτη, τη μελέτη, Στη μελέτη, ...
Rastgele kelime
yunanca Çalışkan - Sözlük: türkçe » yunanca
Çeviriler: εργατικός, σκληρή εργασία, σκληρής εργασίας, εργάζονται σκληρά, από σκληρή εργασία
Çeviriler: εργατικός, σκληρή εργασία, σκληρής εργασίας, εργάζονται σκληρά, από σκληρή εργασία