yunanca Azaltmak
Çeviri: azaltmak, Sözlük: türkçe » yunanca
Kaynak dil:
türkçe
Hedef dil:
yunanca
Çeviriler:
ελαττώνω, περιορίζω, καταπραΰνω, μετριάζω, κόβω, μειώνομαι, κομψός, κλαδεύω, κοπή, μέτριος, κόψιμο, κουρεύω, ψαλιδίζω, μείωση, ανακουφίζω, συρρικνώνομαι, περικοπές, περικόψει, περικοπούν, μειώσει, μειώσουν
Benzer kelimeler
Diğer Diller
Benzer kelimeler: azaltmak
ereksiyonu azaltmak, azaltmak için japonlar düşmanlık odası adı verilen yöntemini kullanırlar, sigarayı azaltmak, azaltmak eş anlamlısı, stresi azaltmak, azaltmak dil sözlüğü yunanca, yunanca azaltmak
Çeviriler
- yunanca azalma - μείωση, μείωσης, τη μείωση, μείωση της, αναγωγή
- yunanca azalmak - κλίνω, ξεπεσμός, μαρασμός, μείωση, μειωθεί, μειώσει, μειώσετε, ...
- yunanca azami - ανώτατο όριο, μέγιστη, μέγιστο, μέγιστης, μέγιστου
- yunanca azar - επιτιμώ, επιπλήττω, πόνος, ενοχλώ, κατσαδιάζω, μπελάς, φασαρία, ...
Rastgele kelime
yunanca Azaltmak - Sözlük: türkçe » yunanca
Çeviriler: ελαττώνω, περιορίζω, καταπραΰνω, μετριάζω, κόβω, μειώνομαι, κομψός, κλαδεύω, κοπή, μέτριος, κόψιμο, κουρεύω, ψαλιδίζω, μείωση, ανακουφίζω, συρρικνώνομαι, περικοπές, περικόψει, περικοπούν, μειώσει, μειώσουν
Çeviriler: ελαττώνω, περιορίζω, καταπραΰνω, μετριάζω, κόβω, μειώνομαι, κομψός, κλαδεύω, κοπή, μέτριος, κόψιμο, κουρεύω, ψαλιδίζω, μείωση, ανακουφίζω, συρρικνώνομαι, περικοπές, περικόψει, περικοπούν, μειώσει, μειώσουν