yunanca Yıkmak
Çeviri: yıkmak, Sözlük: türkçe » yunanca
Kaynak dil:
türkçe
Hedef dil:
yunanca
Çeviriler:
διάλειμμα, σπάζω, καταστρέφω, διάλλειμα, αντεπίθεση, καταρρεύσει, σπάσει, κατανείμει, αναλύονται, διασπώνται
Diğer Diller
Benzer kelimeler: yıkmak
yıkmak ne demek, yıkmak kolay yapmak zor, yıkmak insana yapmak gibi kıymet mi verir, yıkmak ingilizce, yıkmak kelimesinin zıt anlamlısı, yıkmak dil sözlüğü yunanca, yunanca yıkmak
Çeviriler
- yunanca yıkama - πλύνω, πλένω, πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, πλυσίματος
- yunanca yıkamak - πλύνω, πλένω, πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, πλυσίματος
- yunanca yıkık - ολέθριος, καταστροφική, καταστροφικό, καταστρεπτικό, καταστρεπτικού
- yunanca yıkılış - εκπίπτω, πέφτω, πτώση, αποσύνθεση, φθορά, παρακμή, αποσύνθεσης, ...
Rastgele kelime
yunanca Yıkmak - Sözlük: türkçe » yunanca
Çeviriler: διάλειμμα, σπάζω, καταστρέφω, διάλλειμα, αντεπίθεση, καταρρεύσει, σπάσει, κατανείμει, αναλύονται, διασπώνται
Çeviriler: διάλειμμα, σπάζω, καταστρέφω, διάλλειμα, αντεπίθεση, καταρρεύσει, σπάσει, κατανείμει, αναλύονται, διασπώνται