Анекдотичний грецькою
Переклад: анекдотичний, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
φανταστικός, φανταστικό, φανταστική, καταπληκτικό, φανταστικές
Інші мови
Споріднені слова: анекдотичний
анекдотичний це, анекдотичний мовний словник грецька, анекдотичний грецькою
Переклади
- аневризма грецькою - ανεύρυσμα, ανευρύσματος, του ανευρύσματος, το ανεύρυσμα, ανευρυσμάτων
- анекдот грецькою - ανέκδοτο, το ανέκδοτο, ανέκδοτο που, ανέκδοτου, ανέκδοτο για
- анексія грецькою - προσάρτηση, προσάρτησης, την προσάρτηση, προσάρτησή, η προσάρτηση
- анемометр грецькою - ανεμόμετρο, αισθητήρα ανέμου, ανεμομέτρου, ανεμόμετρου, αισθητήρας ανέμου
Випадкові слова
Анекдотичний грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: φανταστικός, φανταστικό, φανταστική, καταπληκτικό, φανταστικές
Переклади: φανταστικός, φανταστικό, φανταστική, καταπληκτικό, φανταστικές