Балон грецькою
Переклад: балон, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
βολβός, μπαλόνι, γλόμπος, αερόστατο, μπαλονιού, μπαλονάκι, μπαλονιών
Інші мови
Споріднені слова: балон
баллон метан, баллон гбо, баллон со2, балон газовий пропан, баллон для гбо, балон мовний словник грецька, балон грецькою
Переклади
- балки грецькою - σκέρτσο, αστείο, ακτίνα, δοκός, δέσμη, δέσμης, δοκού
- балкон грецькою - θεωρείο, μπαλκόνι, πινακοθήκη, μπαλκόνι με, βεράντα, το μπαλκόνι, μπαλκόνι και
- балонна грецькою - αερόστατο, μπαλόνι, μπαλονιού, μπαλονάκι, μπαλονιών
- балонне грецькою - μπαλόνι, αερόστατο, μπαλονιού, μπαλονάκι, μπαλονιών
Випадкові слова
Балон грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: βολβός, μπαλόνι, γλόμπος, αερόστατο, μπαλονιού, μπαλονάκι, μπαλονιών
Переклади: βολβός, μπαλόνι, γλόμπος, αερόστατο, μπαλονιού, μπαλονάκι, μπαλονιών