Безладний грецькою
Переклад: безладний, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
χαώδης, λίγο, άτακτος, μικρός, ακατάστατος, άτακτα, άτακτη, ομαλές, μη ομαλές, ομαλής
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: безладний
безладний це, безладний мовний словник грецька, безладний грецькою
Переклади
- безкінечний грецькою - ενδελεχής, παντοτινός, άπειρος, άπειρη, άπειρο, άπειρες, άπειρα
- безладдя грецькою - αταξία, ανάφλεξη, ακαταστασία, κυκεώνας, πάθηση, σύγχυση, καύση, ...
- безладно грецькою - υπόσχομαι, υπόσχεση, άτακτα, άτακτη, ομαλές, μη ομαλές, ομαλής
- безладність грецькою - ανώμαλα, αταξία, ακαταστασίες
Випадкові слова
Безладний грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: χαώδης, λίγο, άτακτος, μικρός, ακατάστατος, άτακτα, άτακτη, ομαλές, μη ομαλές, ομαλής
Переклади: χαώδης, λίγο, άτακτος, μικρός, ακατάστατος, άτακτα, άτακτη, ομαλές, μη ομαλές, ομαλής