Брак грецькою
Переклад: брак, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
έλλειψη, μειονέκτημα, αθετώ, σπανιότητα, ψεγάδι, αθέτηση, ατέλεια, απουσία, ανεπάρκεια, ανεπάρκειας, έλλειψης, η ανεπάρκεια
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: брак
брак скайрим, брак по завещанию 3, брак по завещанию, брак по завещанию 4 сезон, брак по завещанию онлайн, брак мовний словник грецька, брак грецькою
Переклади
- бра грецькою - αγκύλη, απλίκα, sconce, απλίκες, κηροστάτης τοίχου, οχύρωμα
- бравада грецькою - λεονταρισμοί, παλικαρισμός, νταηλίκι, Bravado, τα Bravado, παλικαριά, ψευτοπαλλικαριά
- браконьєри грецькою - λαθροθήρες, λαθροκυνηγούς, λαθροκυνηγοί, τους λαθροκυνηγούς, λαθροθήρων
- бракування грецькою - βαθμολόγηση, απόρριψη, απόρριψης, την απόρριψη, απορρίψεως, η απόρριψη
Випадкові слова
Брак грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: έλλειψη, μειονέκτημα, αθετώ, σπανιότητα, ψεγάδι, αθέτηση, ατέλεια, απουσία, ανεπάρκεια, ανεπάρκειας, έλλειψης, η ανεπάρκεια
Переклади: έλλειψη, μειονέκτημα, αθετώ, σπανιότητα, ψεγάδι, αθέτηση, ατέλεια, απουσία, ανεπάρκεια, ανεπάρκειας, έλλειψης, η ανεπάρκεια