Викреслювати грецькою
Переклад: викреслювати, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
εκθλίβω, εξαλείφω, διαγράφω, αποβάλλω, διαγραφή, διαγράψετε, διαγράψτε, διαγράψει, να διαγράψετε
Інші мови
Споріднені слова: викреслювати
викреслювати мовний словник грецька, викреслювати грецькою
Переклади
- викрасти грецькою - απάγω, κλέβω, βουτώ, απαγωγέας, για να, να, σε, ...
- викреслювання грецькою - ακύρωση, διαγραφή, διαγραφής, απαλοιφή, εξάλειψη, τη διαγραφή
- викресліть грецькою - διαγράφω, διαγράψετε, διαγράψει, διαγράφονται οι, διαγράψτε
- викривати грецькою - ξεσκεπάζω, εκθέτω, αποκαλύπτω, ανακαλύπτω, unmask, ξεσκεπάσουν, ξεσκεπάσουμε, ...
Випадкові слова
Викреслювати грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: εκθλίβω, εξαλείφω, διαγράφω, αποβάλλω, διαγραφή, διαγράψετε, διαγράψτε, διαγράψει, να διαγράψετε
Переклади: εκθλίβω, εξαλείφω, διαγράφω, αποβάλλω, διαγραφή, διαγράψετε, διαγράψτε, διαγράψει, να διαγράψετε