Вченим грецькою

Переклад: вченим, Словник: українська » грецька

Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
πανεπιστήμων, επιστήμονες, οι επιστήμονες, επιστημόνων, τους επιστήμονες, των επιστημόνων
Вченим грецькою
Споріднені слова
Інші мови

Споріднені слова: вченим

стати вченим, привітання вченим, вченим мовний словник грецька, вченим грецькою

Переклади

  • вчасно грецькою - δεόντως, χαϊδεύω, καίριος, στην ώρα τους, για την ώρα, στην ώρα, εγκαίρως, ...
  • вчений грецькою - επιστημονικός, πανεπιστήμων, επιστήμονας, επιστήμονα, επιστήμονες, επιστήμων, επιστημόνων
  • вчених грецькою - πανεπιστήμων, επιστήμονες, οι επιστήμονες, επιστημόνων, τους επιστήμονες, των επιστημόνων
  • вчення грецькою - μαθητεία, δόγμα, δόγματος, θεωρία, διδασκαλία, το δόγμα
Випадкові слова
Вченим грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: πανεπιστήμων, επιστήμονες, οι επιστήμονες, επιστημόνων, τους επιστήμονες, των επιστημόνων