Відмовки грецькою
Переклад: відмовки, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
προσποιούμαι, δικαιολογίες, Οι δικαιολογίες, δικαιολογία, δικαιολογίες για, τις δικαιολογίες
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: відмовки
відмовки щоб не піти в школу, відмовки мовний словник грецька, відмовки грецькою
Переклади
- відмовитися грецькою - παραιτηθεί, να εγκαταλείψουν, εγκαταλείψουν, να εγκαταλείψει, εγκαταλείψει
- відмовка грецькою - δικαιολογία, δικαιολογία για, πρόσχημα, αφορμή, πρόφαση
- відмовлення грецькою - σκουπίδια, άρνηση, αποποίηση ευθυνών, αποποίηση ευθύνης, αποκήρυξη, αποποίηση
- відмовляти грецькою - πονηριά, μοχθηρία, χαιρεκακία, απορρίμματα, αρνούνται, αρνηθεί, αρνηθούν, ...
Випадкові слова
Відмовки грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: προσποιούμαι, δικαιολογίες, Οι δικαιολογίες, δικαιολογία, δικαιολογίες για, τις δικαιολογίες
Переклади: προσποιούμαι, δικαιολογίες, Οι δικαιολογίες, δικαιολογία, δικαιολογίες για, τις δικαιολογίες