Гостре грецькою
Переклад: гостре, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
πνιγηρός, λεπτός, πικρός, έντονος, στυφός, οξυδερκής, διεισδυτικός, οξύς, πρόθυμος, εκλεπτυσμένος, φίνος, σέρτικος, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: гостре
гостре отруєння опіатами, гостре профзахворювання це, гостре легеневе серце, гостре отруєння оцтовою есенцією, гостре отруєння нітратами, гостре мовний словник грецька, гостре грецькою
Переклади
- гостинність грецькою - φιλοξενία, φιλοξενίας, τη φιλοξενία, της φιλοξενίας, την φιλοξενία
- гостра грецькою - έντονος, φίνος, εκλεπτυσμένος, οξύς, οξυδερκής, διεισδυτικός, πικρός, ...
- гострий грецькою - διαπεραστικός, προσγειώνομαι, προσγειώνω, οξύς, οξυδερκής, διεισδυτικός, κοφτερός, ...
- гострити грецькою - ξύνω, ακονίζω, αλέθω, λιώνω, τρίζω, αγγαρεία, οξύνει, ...
Випадкові слова
Гостре грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: πνιγηρός, λεπτός, πικρός, έντονος, στυφός, οξυδερκής, διεισδυτικός, οξύς, πρόθυμος, εκλεπτυσμένος, φίνος, σέρτικος, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ
Переклади: πνιγηρός, λεπτός, πικρός, έντονος, στυφός, οξυδερκής, διεισδυτικός, οξύς, πρόθυμος, εκλεπτυσμένος, φίνος, σέρτικος, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ