Ескортувати грецькою
Переклад: ескортувати, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
καβαλιέρος, ακολουθία, συνοδεύω, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, συνοδών
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: ескортувати
ескортувати мовний словник грецька, ескортувати грецькою
Переклади
- ескалоп грецькою - χτένι, εσκαλόπ
- ескорт грецькою - συνοδεύω, ακολουθία, σωματοφύλακας, καβαλιέρος, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, ...
- ескіз грецькою - σχεδιασμός, σκίτσο, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα
- ескізний грецькою - πρόχειρος, ατελής, σχηματικό, περιγραμματικές, πρόχειρες, περιγραμματική
Випадкові слова
Ескортувати грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: καβαλιέρος, ακολουθία, συνοδεύω, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, συνοδών
Переклади: καβαλιέρος, ακολουθία, συνοδεύω, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, συνοδών