Жар грецькою

Переклад: жар, Словник: українська » грецька

Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
πυρακτώνομαι, θερμός, λαύρα, φεγγοβολώ, θέρμη, ενθουσιώδης, λάμψη, πυρακτωμένος, πυρετός, πυρετό, πανώλης, πανώλης των, πανώλη
Жар грецькою
Споріднені слова
Інші мови

Споріднені слова: жар

жар пицца, жар нежных, жар в грудях, жар в теле, жар птица, жар мовний словник грецька, жар грецькою

Переклади

  • жалітися грецькою - τράβηγμα, παραπονιέμαι, διαμαρτύρονται, παραπονιούνται, παραπονούνται, προσάπτουν, παραπονεθεί
  • жандарм грецькою - αστυνομικός, αστυνομικό, αστυνομικού, αστυνόμος, χωροφύλακα
  • жаргон грецькою - αργκό, ορολογία, διάλεκτο, φρασεολογία, επαγγελματική γλώσσα
  • жаргони грецькою - ορολογία, αργκό, διάλεκτο, φρασεολογία, επαγγελματική γλώσσα
Випадкові слова
Жар грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: πυρακτώνομαι, θερμός, λαύρα, φεγγοβολώ, θέρμη, ενθουσιώδης, λάμψη, πυρακτωμένος, πυρετός, πυρετό, πανώλης, πανώλης των, πανώλη