Закласти грецькою
Переклад: закласти, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
επιβάλλω, ιδρύω, καθιερώνω, διαπιστώνω, να ορίσει, ορίσει, καθορίζουν, καθορίζει, θέσει
Інші мови
Споріднені слова: закласти
закласти фундамент, закласти яблуневий сад, закласти основу, закласти сад, закласти фундамент фразеологізм, закласти мовний словник грецька, закласти грецькою
Переклади
- закладення грецькою - σελιδοδείκτης, σκουπίδια, θεμέλια, θεμέλιο, ίδρυμα, θεμελίωση, Ιδρύματος
- закладка грецькою - σκουπίδια, σελιδοδείκτης, Bookmark, σελιδοδείκτη, σελιδοδεικτών, αναφερθείτε σε
- заклик грецькою - έφεση, τραβώ, παραίνεση, προτροπή, έκκληση, προσφυγής, αναιρέσεως, ...
- заклинання грецькою - σημάνει, ξόρκι, ορθογραφικός, διευκρινίσει, να σημάνει
Випадкові слова
Закласти грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: επιβάλλω, ιδρύω, καθιερώνω, διαπιστώνω, να ορίσει, ορίσει, καθορίζουν, καθορίζει, θέσει
Переклади: επιβάλλω, ιδρύω, καθιερώνω, διαπιστώνω, να ορίσει, ορίσει, καθορίζουν, καθορίζει, θέσει