Залагодити грецькою
Переклад: залагодити, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Інші мови
Споріднені слова: залагодити
залагодити синоніми, залагодити мовний словник грецька, залагодити грецькою
Переклади
- зал грецькою - αίθουσα, χώρος, δωμάτιο, Hall, αίθουσας, Μέγαρο, χωλ
- зала грецькою - αίθουσα, Hall, Μουσικής, Μέγαρο, χωλ
- залежний грецькою - εξαρτώμενος, εξαρτώνται, εξαρτάται από, εξαρτώνται από, εξαρτώμενη
- залежність грецькою - εξάρτηση, εξάρτησης, εξάρτηση από, εξάρτησης από, της εξάρτησης
Випадкові слова
Залагодити грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Переклади: εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση