Залишений грецькою
Переклад: залишений, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
εγκαταλειμμένος, εγκαταλειφθεί, εγκαταλείφθηκε, εγκατέλειψε, εγκαταλελειμμένα
Інші мови
Споріднені слова: залишений
залишений мовний словник грецька, залишений грецькою
Переклади
- залишатись грецькою - συνεχίζω, συνεχίζομαι, κατάλοιπο, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, ...
- залишатися грецькою - συνεχίζω, μένω, συνεχίζομαι, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, ...
- залишення грецькою - αφήνοντας, αφήνει, έβγαλε, έξοδο, αποχωρούσα
- залишити грецькою - εγκαταλείπω, παρατάω, διατήρηση, κρατήσει, διατηρούν, να κρατήσει, διατηρήσει
Випадкові слова
Залишений грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: εγκαταλειμμένος, εγκαταλειφθεί, εγκαταλείφθηκε, εγκατέλειψε, εγκαταλελειμμένα
Переклади: εγκαταλειμμένος, εγκαταλειφθεί, εγκαταλείφθηκε, εγκατέλειψε, εγκαταλελειμμένα