Зварювати грецькою
Переклад: зварювати, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
φυτίλι, φιτίλι, συγκόλληση, συγκόλλησης, συγκολλήσεως, συγκολλήσεων, κόλληση
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: зварювати
як зварювати, вчимося зварювати, зварювати мовний словник грецька, зварювати грецькою
Переклади
- зварити грецькою - μάγειρας, μαγειρεύω, Cook, Κουκ, μάγειρα, μαγείρισσα
- зварки грецькою - πρόνοια, συγκόλληση, συγκόλλησης, συγκολλήσεως, τη συγκόλληση, συγκόλληση με
- зварювачі грецькою - σφράγιση, σφράγισης, στεγανοποίησης, στεγανοποίηση, σφραγίσεως
- зведення грецькою - μεταρσίωση, στοιχεία, ανέγερση, περίληψη, δεδομένα, μείωση, μείωσης, ...
Випадкові слова
Зварювати грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: φυτίλι, φιτίλι, συγκόλληση, συγκόλλησης, συγκολλήσεως, συγκολλήσεων, κόλληση
Переклади: φυτίλι, φιτίλι, συγκόλληση, συγκόλλησης, συγκολλήσεως, συγκολλήσεων, κόλληση