Здвоювання грецькою
Переклад: здвоювання, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
αντιστοίχιση, ζευγάρωμα, αντιστοίχισης, σύζευξη, ζευγαρώματος
Інші мови
Споріднені слова: здвоювання
здвоювання мовний словник грецька, здвоювання грецькою
Переклади
- здатність грецькою - ταλέντο, ικανότητα, αρμοδιότητα, κλίση, προτέρημα, διεύθυνση, δυνατότητα, ...
- здача грецькою - παραδίδω, παράδοση, παράδοσης, εξαγοράς, παραίτηση, παράδοσή
- здебільшого грецькою - πρώτος, πρωταρχικός, ως επί το πλείστον, κυρίως, επί το πλείστον, συνήθως, κύριο λόγο
- здержувати грецькою - δεσπόζω, κολάζω, φρονηματίζω, πνίγω, τιμωρώ, περιλαμβάνω, περιέχω, ...
Випадкові слова
Здвоювання грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: αντιστοίχιση, ζευγάρωμα, αντιστοίχισης, σύζευξη, ζευγαρώματος
Переклади: αντιστοίχιση, ζευγάρωμα, αντιστοίχισης, σύζευξη, ζευγαρώματος