Злостивість грецькою
Переклад: злостивість, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
κακοήθης, κακεντρεχής, τοξικότητα, μολυσματικότηταε, λοιμικότητας, λοιμοτοξικότητα, λοιμογόνο δύναμη
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: злостивість
злостивість мовний словник грецька, злостивість грецькою
Переклади
- злословити грецькою - σκάνδαλο, σκανδάλου, σκάνδαλο της, το σκάνδαλο, σκάνδαλο του
- злостиво грецькою - κακόβουλο, κακόβουλα, κακόβουλες, κακόβουλου, κακόβουλων
- злотий грецькою - Ζλότυ, ζλότι, Zloty, το Ζλότυ, πολωνικό ζλότι
- злочин грецькою - προσβολή, αδίκημα, παράβαση, έγκλημα, εγκλήματος, εγκληματικότητας, του εγκλήματος, ...
Випадкові слова
Злостивість грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: κακοήθης, κακεντρεχής, τοξικότητα, μολυσματικότηταε, λοιμικότητας, λοιμοτοξικότητα, λοιμογόνο δύναμη
Переклади: κακοήθης, κακεντρεχής, τοξικότητα, μολυσματικότηταε, λοιμικότητας, λοιμοτοξικότητα, λοιμογόνο δύναμη