Зніяковілості грецькою
Переклад: зніяковілості, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
μαλλιά, τρίχα, αμηχανία, αμηχανίας, ντροπή, την αμηχανία, η αμηχανία
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: зніяковілості
зніяковілості мовний словник грецька, зніяковілості грецькою
Переклади
- знімний грецькою - αντικαταστάτης, αντικατάσταση, αποσυναρμολογούμενες, αποσυναρμολογούμενα, αποσυναρμολογούμενων, αποσυνδεόμενα, αποσυνδεόμενες
- знімок грецькою - φωτογραφίζω, φωτογραφία, η φωτογραφία, φωτογραφιών, photo, διαθέσιμη φωτογραφία
- зніяковілість грецькою - αμηχανία, σύγχυση, συγχύσεως, σύγχυσης, Η σύγχυση, τη σύγχυση
- зніяковіння грецькою - σύγχυση, παραζάλη, κυκεώνας, ζάρα, pucker, πτυχή, ζάρωμα, ...
Випадкові слова
Зніяковілості грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: μαλλιά, τρίχα, αμηχανία, αμηχανίας, ντροπή, την αμηχανία, η αμηχανία
Переклади: μαλλιά, τρίχα, αμηχανία, αμηχανίας, ντροπή, την αμηχανία, η αμηχανία