Зіткнення грецькою
Переклад: зіткнення, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
σύγκρουση, αντιπαράθεση, συμπλοκή, κλαγγή, προσκρούω, επαφή, ξεφτίζω, αψιμαχία, σύγκρουσης, συγκρούσεων, συγκρούσεως, πρόσκρουσης
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: зіткнення
зіткнення гусєва з бойком, зіткнення з безоднею (1998), зіткнення цивілізацій, зіткнення з безоднею, зіткнення поглядів, зіткнення мовний словник грецька, зіткнення грецькою
Переклади
- зіставлення грецькою - αντιπαράθεση, παράθεση, αντιδιαστολή, σύγκριση, σύγκρισης, σχέση, συγκρίσεις, ...
- зіставляти грецькою - παραβάλλω, συγκρίνω, συγκρίνετε, κάνετε συγκρίσεις, συγκρίνετε τις, συγκρίσεις
- зіткнутися грецькою - αψιμαχία, αντιπαράθεση, κλαγγή, προσκρούω, συγκρούονται, συγκρουστούν, συγκρουστεί, ...
- зітріть грецькою - διαγραφή, διαγράψει, διαγράψετε, να διαγράψει, σβήσετε
Випадкові слова
Зіткнення грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: σύγκρουση, αντιπαράθεση, συμπλοκή, κλαγγή, προσκρούω, επαφή, ξεφτίζω, αψιμαχία, σύγκρουσης, συγκρούσεων, συγκρούσεως, πρόσκρουσης
Переклади: σύγκρουση, αντιπαράθεση, συμπλοκή, κλαγγή, προσκρούω, επαφή, ξεφτίζω, αψιμαχία, σύγκρουσης, συγκρούσεων, συγκρούσεως, πρόσκρουσης