Комерсант грецькою
Переклад: комерсант, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
επιχειρηματίας, επιχειρηματία, επιχειρηματίας που, επιχειρηματία που
Інші мови
Споріднені слова: комерсант
коммерсант это, коммерсант фм, комерсант порошенко, комерсант новини, комерсант словник, комерсант мовний словник грецька, комерсант грецькою
Переклади
- коментатор грецькою - σχολιαστής, αναλυτής, σχολιαστή, σχολιαστής του, σχολιαστής της
- коментування грецькою - σχόλιο, σχολίου, σχόλιό, το σχόλιό, σχόλια
- комерціалізація грецькою - εμπορευματοποίηση, εμπορευματοποίησης, εμπορία, εμπορική, εμπορική εκμετάλλευση
- комерційний грецькою - εμπορικός, διαφήμιση, εμπορική, εμπορικές, εμπορικών, εμπορικής
Випадкові слова
Комерсант грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: επιχειρηματίας, επιχειρηματία, επιχειρηματίας που, επιχειρηματία που
Переклади: επιχειρηματίας, επιχειρηματία, επιχειρηματίας που, επιχειρηματία που