Компот грецькою
Переклад: компот, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
κομπόστα, κομπόστας, της κομπόστας, κομπόστες, η κομπόστα
Інші мови
Споріднені слова: компот
компот в мультиварке, компот из шиповника, компот з черешень, компот киев, компот одесса, компот мовний словник грецька, компот грецькою
Переклади
- компост грецькою - κοπρόχωμα, λίπασμα, κομπόστ, λιπασματοποίησης, κομποστοποίησης
- компостери грецькою - στίζω, κομποστοποίησης, κομποστοποίηση, λιπασματοποίησης, λιπασματοποίηση, της κομποστοποίησης
- компресор грецькою - συμπιεστής, συμπιεστή, του συμπιεστή, αεροσυμπιεστή, συμπιεστών
- компресія грецькою - συμπίεση, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση
Випадкові слова
Компот грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: κομπόστα, κομπόστας, της κομπόστας, κομπόστες, η κομπόστα
Переклади: κομπόστα, κομπόστας, της κομπόστας, κομπόστες, η κομπόστα