Кора грецькою
Переклад: кора, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
κρούστα, καύκαλο, βυρσοδεψώ, κόρα, φλοιός, καφετί, μαυρίζω, μαύρισμα, φλοιό, φλοιού, του φλοιού, το φλοιό
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: кора
кора головного мозку, кора косметика, кора брно, кора дуба, кора сосновая, кора мовний словник грецька, кора грецькою
Переклади
- копіювати грецькою - αντίγραφο, αντίτυπο, μιμούμαι, αντιγράφω, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
- копія грецькою - τεύχος, αντικαθιστώ, αντίγραφο, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
- корабел грецькою - ναυπηγός, ναυπηγική, ναυπηγική εταιρεία, ναυπηγικής, ναυπηγικής εταιρείας
- корабель грецькою - μονάδα, πλοίο, πλοίου, πλοίων, του πλοίου, πλοία
Випадкові слова
Кора грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: κρούστα, καύκαλο, βυρσοδεψώ, κόρα, φλοιός, καφετί, μαυρίζω, μαύρισμα, φλοιό, φλοιού, του φλοιού, το φλοιό
Переклади: κρούστα, καύκαλο, βυρσοδεψώ, κόρα, φλοιός, καφετί, μαυρίζω, μαύρισμα, φλοιό, φλοιού, του φλοιού, το φλοιό