Край грецькою
Переклад: край, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
άκρη, ρέλι, πετώ, μύγα, περιθωριακός, σύνορο, χείλος, περιστόμιο, μεθόριος, περιοχή, άκρο, ακμή, ακμής
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: край
крайнебо, край инвест банк, край супермаркет, край неба скай, край земли, край мовний словник грецька, край грецькою
Переклади
- крадіж грецькою - κατάχρηση, κλοπή, κλοπές, κλοπών, τις κλοπές, κλοπής, οι κλοπές
- крадіжка грецькою - κλοπή, κλέβω, διάρρηξη, λαρδί, βουτώ, κλοπής, την κλοπή, ...
- крайка грецькою - ούγια, πλευρική νεύρωση, πλευρικής νεύρωσης, σχοινί πλάγιας ενίσχυσης, ούγιας
- крайній грецькою - ξεστομίζω, φοβερός, απόλυτος, ακραίος, εκστομίζω, μέγιστος, ύψιστος, ...
Випадкові слова
Край грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: άκρη, ρέλι, πετώ, μύγα, περιθωριακός, σύνορο, χείλος, περιστόμιο, μεθόριος, περιοχή, άκρο, ακμή, ακμής
Переклади: άκρη, ρέλι, πετώ, μύγα, περιθωριακός, σύνορο, χείλος, περιστόμιο, μεθόριος, περιοχή, άκρο, ακμή, ακμής