Літографії грецькою
Переклад: літографії, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
λιθογραφία, λιθογραφίας, τη λιθογραφία, λιθογραφικό, λιθογραφικές
Інші мови
Споріднені слова: літографії
метод літографії, методи літографії, літографії ікон, процес літографії, виникнення літографії, літографії мовний словник грецька, літографії грецькою
Переклади
- літограф грецькою - λιθογράφος, χαράκτης και λιθογράφος, λιθογραφείο, και λιθογράφος
- літографія грецькою - λιθογραφία, λιθογραφίας, τη λιθογραφία, λιθογραφικό, λιθογραφικές
- літопис грецькою - χρονικά, χρονικό, Chronicle, εξιστορεί κατά γράμμα, το χρονικό, Χρονικόν
- літописець грецькою - χρονικό, ιστορώ, χρονικογράφος, αφηγούμαι, χρονογράφος, χρονογράφο, χρονικογράφο, ...
Випадкові слова
Літографії грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: λιθογραφία, λιθογραφίας, τη λιθογραφία, λιθογραφικό, λιθογραφικές
Переклади: λιθογραφία, λιθογραφίας, τη λιθογραφία, λιθογραφικό, λιθογραφικές