Надлишок грецькою
Переклад: надлишок, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
περίσσευμα, ζωντάνια, αφθονία, συρροή, διαχυτικότητα, πλεόνασμα, υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, υπερβαίνουν
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: надлишок
надлишок морквяного соку, надлишок хлоридної кислоти, надлишок споживача і виробника, надлишок заліза в організмі, надлишок білків, надлишок мовний словник грецька, надлишок грецькою
Переклади
- надлам грецькою - ανάλυση, κατανομή, κατανομής, διάσπαση, βλάβης
- надлишковий грецькою - περίσσευμα, πλεόνασμα, υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, υπερβαίνουν
- надлом грецькою - ανάλυση, κατανομή, κατανομής, διάσπαση, βλάβης
- надлюдина грецькою - υπεράνθρωπος, υπεράνθρωπο, σούπερμαν, του Σούπερμαν, υπεράνθρωπου
Випадкові слова
Надлишок грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: περίσσευμα, ζωντάνια, αφθονία, συρροή, διαχυτικότητα, πλεόνασμα, υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, υπερβαίνουν
Переклади: περίσσευμα, ζωντάνια, αφθονία, συρροή, διαχυτικότητα, πλεόνασμα, υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, υπερβαίνουν