Народжуватись грецькою
Переклад: народжуватись, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
εκκολάπτομαι, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, να γεννηθεί, γεννηθεί, να γεννηθούν, θα γεννηθεί, γεννηθούν
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: народжуватись
народжуватись мовний словник грецька, народжуватись грецькою
Переклади
- народжування грецькою - γέννα, γέννηση, αναπαραγωγή, τεκνοποίηση, τεκνοποιία, τεκνοποίησης
- народжувати грецькою - γέννηση, γέννησης, τη γέννηση, γέννησή, τη γέννησή
- народитись грецькою - σταγόνα, μειώνομαι, ρανίδα, γεννώ, γεννημένος, Γεννήθηκε, Born, ...
- народний грецькою - εθνικός, δημοτικότητα, υπήκοος, εθνικό, εθνικές, εθνική
Випадкові слова
Народжуватись грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: εκκολάπτομαι, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, να γεννηθεί, γεννηθεί, να γεννηθούν, θα γεννηθεί, γεννηθούν
Переклади: εκκολάπτομαι, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, να γεννηθεί, γεννηθεί, να γεννηθούν, θα γεννηθεί, γεννηθούν