Насторожений грецькою
Переклад: насторожений, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
άγρυπνος, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: насторожений
насторожений словник, насторожений мовний словник грецька, насторожений грецькою
Переклади
- настирливо грецькою - με κόλλα, με συγκόλληση, κολλητικά, συγκολλητικώς, κόλληση
- настирливість грецькою - επιβάλλω, οχληρώτητα, φιλοπραγμοσύνη, οχληρώτης, επισημότητα, υπερβολικός ζήλος
- насторожитись грецькою - αυτί, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση
- настриг грецькою - συνδετήρας, κλιπ, clip, συνδετήρα, σφιγκτήρα
Випадкові слова
Насторожений грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: άγρυπνος, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση
Переклади: άγρυπνος, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση